Μια ωδή στο σαρακοστιανό τραπέζι

Οι Έλληνες αν ξέρουμε να κάνουμε κάτι σωστά είναι να εκτιμούμε ένα καλό τραπέζι. Είμαστε ίσως από τους λίγους λαούς - ίσως και ο μοναδικός - που διαρκώς ψάχνει μια αφορμή για να κάτσει γύρω από ένα τραπέζι με οικογένεια, φίλους και αγνώστους και να γιορτάσει τρώγοντας. Όπως πολύ εύστοχα είχε γράψει κάποιος την προηγούμενη εβδομάδα λόγω Τσικνοπέμπτης "οι δικαιολογίες που ψάχνουμε για να ρίξουμε μια χούφτα κάρβουνα και πέντε σουβλάκια σε μια φουφού είναι τόσες πολλές που η Πέμπτη ανάμεσα στις Κυριακές της Απόκρεω και της Τυροφάγου δεν είναι πλέον και τόσο ξεχωριστή". Κοντά σε όλα αυτά όμως, 11 μέρες μετά την Τσικνοπέμπτη για την ακρίβεια και όχι 4 όπως ίσως πιστεύει κανείς, είναι η Καθαρά Δευτέρα με την οποία ξεκινά η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και καταλήγει στην Μεγάλη Εβδομάδα. Το εν λόγω τραπέζι είναι διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την παράδοση και την θρησκεία των Ελλήνων κάτι που η πλειοψηφία συνηθίζει να τηρεί μέχρι και σήμερα.

Όπως αναφέρθηκε, σήμερα ξεκινάει η νηστεία αρά μιλάμε για ένα συμπόσιο αποτελούμενο από νηστίσιμα εδέσματα. Η εμπειρία λέει πως δεν χρειάζεται να υπάρχει κάτι ιδιαίτερο στο τραπέζι παρά μόνο πολλές γεύσεις. Φυσικά ξεκινάμε με την λαγάνα, ψωμί σχεδιασμένο για ειδικές καταστάσεις όπως η σημερινή. Πάντα ξεροψημένη, το μεγάλο, στρογγυλό της μέγεθος μαζί με το μικρό πάχος της αποτελούν μονόδρομο για βούτηγμα στο δεύτερο σήμα κατατεθέν της μέρας, τον ταραμά. Άσπρος κατά προτίμηση, σε πολλά σπίτια αντικαθιστά ακόμα και το μέλι και την μαρμελάδα ήδη από το πρωινό. Προχωρώντας, έχουμε τους "αξιωματικούς": θαλασσινά/οστρακοειδή. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να εκφράσω τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια στους ανθρώπους με αλλεργία σε αυτές τις τροφές και να σας υποσχεθώ πως θα σας κρατήσουμε το καλύτερο κομμάτι από το κατσικάκι το Πάσχα. Χταπόδι, καλαμαράκι, μύδια είτε κανονικά μαγειρεμένα είτε σε σαγανάκι, όσο τετριμμένα και να φαντάζουν, την Καθαρά Δευτέρα είναι μια βάση για τα υπόλοιπα που θα ακολουθήσουν. Κολοκυθάκια με σκορδαλιά αντί για τζατζίκι μαζί με ντολμαδάκια δίνουν τον απαραίτητο τόνο πρασίνου χωρίς όμως να κουράσουν, κάθε άλλο μάλιστα. Σειρά βέβαια παίρνουν και τα όσπρια, με τα μαυρομάτικα φασόλια σαν σαλάτα και την φάβα να δίνουν ισχυρό παρόν. Από εκεί και πέρα ο καθένας λειτουργεί ανάλογα με τον δικό του ουρανίσκο με την υποσημείωση πως λείπει κάτι καυτερό. Προτείνονται τσίπουρο ή ούζο για να συνοδέψουν αυτήν την πανδαισία που έχουμε μπροστά μας. Και στο τέλος, όταν όλα πια φαίνονται αδύνατα, θα κάνει την εμφάνιση του ο μακεδονικός χαλβάς ή κάποιο δροσερό γλυκό του κουταλιού για να μας θυμίσουν πως το μόνο που χρειάζεται καμιά φορά είναι η καλή θέληση!

Όσο περνάν τα χρόνια και οι παλιότερες γενιές μας αφήνουν, ξεφεύγουμε από τα στοιχεία των παραδόσεων που μας χαρακτηρίζουν. Προσωπικά πιστεύω πως είναι καλό να διατηρούνται ήθη και έθιμα, ακόμα και σε έναν πιο ελαττωμένο βαθμό. Αποτελούν συνδετικό κρίκο, εθνική ταυτότητα και, γιατί όχι, μια αφετηρία συνεργασίας σε μια εποχή που ο καθένας μας είναι απομονωμένος. Για αυτό, ας είναι τα τραπέζια όσο μεγαλύτερα γίνεται και οι γεύσεις πάνω σε αυτά περισσότερες.


Rolly

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις